Κυριακή 16 Δεκεμβρίου 2012


Η Οικονομική Κρίση της Δημοκρατίας

Ομιλία 3 Μαρτίου 2012 στη Δεξαμενή Σκέψης
Αγίου Νικολάου στη Λεμεσό


 Κατ’ αρχή θα ήθελα να σας ευχαριστήσω για την ευκαιρία που μου δίνεται απόψε για να συμμετέχω στη δεξαμενή σκέψης του Αγίου Νικολάου.  Όταν ο φίλος μου Πέτρος Κόκκινος μου ανέφερε για τη λειτουργία της δεξαμενής σκέψης, χάρηκα πολύ που η Ενορία του Αγίου Νικολάου Λεμεσού φιλοξενεί ένα τόσο ελεύθερο βήμα σκέψης και προβληματισμού.  Σε μια εποχή που περίσσευσε το ψέμα και η υποκρισία και η απαξίωση των πάντων από τη νεολαία μας, η λειτουργία μιας τέτοιας δεξαμενής σκέψης μας κάνει να βλέπουμε το μέλλον με αισιοδοξία.

Επειδή βρισκόμαστε σε Εκκλησιαστικό χώρο και επειδή όλοι μας αποτελούμε μια ομάδα προβληματισμένων πολιτών, μακριά από κομματικές τοποθετήσεις, ταμπού και νοοτροπίες, θα μιλήσουμε ελεύθερα όπως πάντα ελεύθερα και με παρρησία μιλούσαν οι Χριστιανοί μέσα στην Εκκλησία. Οι απόψεις και οι σχολιασμοί που θα επιχειρήσω σήμερα να κάνω αποτελούν καθαρά προσωπικές μου θέσεις και δεν έχουν καμιά σχέση με τη θέση που κατέχω σήμερα ως Διευθύνων Σύμβουλος της HELLAS SAT και για αυτό ζητώ την κατανόησή σας.

 Το θέμα της ομιλίας μου, όπως αυτό έχει ανακοινωθεί είναι διττό.  «Η οικονομική κρίση της δημοκρατίας» και όταν λέμε Δημοκρατία εννοούμε το δημοκρατικό πολίτευμα αλλά παράλληλα και  την Κυπριακή Δημοκρατία όπως αυτή έχει εγκαθιδρυθεί το 1960. Οι περισσότεροι που βρισκόμαστε σήμερα στο χώρο αυτό θεωρούμαστε παιδιά της Δημοκρατίας είτε διότι έχουμε γεννηθεί μετά το 1960 είτε λίγο πριν, αλλά το κοινό χαρακτηριστικό μας είναι το να μην θυμόμαστε καθόλου την Βρετανική κατοχή.

  Ήμασταν τότε όλοι περήφανοι όταν το 1960 γίναμε ανεξάρτητο κράτος και μάλιστα από το Δημοτικό οι δάσκαλοι μετέδιδαν σε μας τους μαθητές αυτό τον αέρα της νέας χώρας που ιδρύθηκε και που ξεκίνησε παρ’ όλες τις δυσκολίες να λειτουργεί και να αναγνωρίζεται διεθνώς. 

 Έχουμε σήμερα οικονομική μόνο κρίση ή η οικονομική κρίση είναι μέρος μιας ομάδας πολλών άλλων νεοφανών κρίσεων που ταλανίζουν σήμερα την κοινωνία μας και απλά η οικονομική κρίση είναι αυτή που είναι φανερή και αντανακλάται  με μετρήσιμα στοιχεία όπως τα ελλείμματα, τα κουρέματα, τα spread, τις ζημιές από το Μαρί και τα ποσοστά ανεργίας;  Η Κύπρος ως μικρό κράτος δεν θα έπρεπε να επηρεαστεί και αυτή από την οικονομική λαίλαπα για την οποία ευθύνονται τα μεγάλα κράτη; Αυτή είναι η άποψη των κρατούντων σήμερα και εν γένει της κοινής γνώμης, και προσπαθούν όλοι σήμερα  να δικαιολογήσουν στους πολίτες της Κύπρου τα αδικαιολόγητα και να καταλογίσουν ευθύνες για το κατάντημά μας στο διεθνές οικονομικό κλίμα και στις επιβουλές ξένων για την οικονομία μας, σαν και το πρόβλημα είναι μόνο οικονομικό.

Όπως έλεγε και ο Σωκράτης «ρχ παιδεύσεως τν νομάτων πίσκεψις» και για αυτό ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή, από τους αρχαίους μας προγόνους οι οποίοι από τον 6ο αιώνα π.Χ. ίδρυσαν τη Δημοκρατία.

Τι είναι Δημοκρατία

Οι αρχαίοι Αθηναίοι όταν εγκαθίδρυσαν τη Δημοκρατία τον έκτο αιώνα προ Χριστού ήταν και αυτοί πολύ περήφανοι για το πολίτευμά τους και προσπαθούσαν με κάθε τρόπο να το προστατεύσουν.  Ο ορισμός της Δημοκρατίας πραγματοποιήθηκε με μεγάλη ακρίβεια από τον Περικλή στον Επιτάφιο, όπως τον είχε διασώσει ο Θουκυδίδης.

“Χρώμεθα γὰρ πολιτείᾳ οὐ ζηλούσῃ τοὺς τῶν πέλας νόμους, παράδειγμα δὲ μᾶλλον αὐτοὶ ὄντες τισὶν ἢ μιμούμενοι ἑτέρους. καὶ ὄνομα μὲν διὰ τὸ μὴ ἐς ὀλίγους ἀλλ' ἐς πλείονας οἰκεῖν δημοκρατία κέκληται· μέτεστι δὲ κατὰ μὲν τοὺς νόμους πρὸς τὰ ἴδια διάφορα πᾶσι τὸ ἴσον, κατὰ δὲ τὴν ἀξίωσιν, ὡς ἕκαστος ἔν τῳ εὐδοκιμεῖ, οὐκ ἀπὸ μέρους τὸ πλέον ἐς τὰ κοινὰ ἢ ἀπ' ἀρετῆς προτιμᾶται, οὐδ' αὖ κατὰ πενίαν, ἔχων γέ τι ἀγαθὸν δρᾶσαι τὴν πόλιν, ἀξιώματος ἀφανείᾳ κεκώλυται.»

 Η μετάφραση του πιο πάνω έχει ως εξής:

Έχουμε δηλαδή πολίτευμα, το οποίο δεν αντιγράφει τους νόμους άλλων, μάλλον δε εμείς οι ίδιοι είμαστε υπόδειγμα σε μερικούς παρά να μιμούμαστε άλλους. Και ονομάζεται μεν δημοκρατία, γιατί η διοίκηση είναι στα χέρια των πολλών και όχι των ολίγων. Όλοι έχουν τα ίδια δικαιώματα έναντι των νόμων στις ιδιωτικές τους διαφορές, ενώ ως προς την θέση τους στον δημόσιο βίο ο κάθε ένας, ανάλογα με την επίδοση σε κάποιο τομέα, προτιμάται για ένα από τα δημόσια αξιώματα, και όχι από την πολιτική του παράταξη, όσο από την αρετή του, ούτε εξαιτίας της φτώχειας, ενώ έχει την ικανότητα να παράσχει κάποια υπηρεσία στην πατρίδα του, να εμποδίζεται από το γεγονός ότι είναι άγνωστος”

Υπήρχε επίσης και ένας σημαντικός νόμος στην αρχαία Αθήνα τον οποίο αξίζει να αναφέρουμε.  Ο Αισχύνης, στον λόγο του κατά Τιμάρχου προκειμένου να κατηγορήσει τον Τίμαρχο με σκοπό να του στερήσει τα πολιτικά του δικαιώματα επικαλείται ότι στην Αρχαία Αθήνα υπήρχε ένας Νόμος ο οποίος απαγόρευε σε κάποιον πολίτη να ασχοληθεί με τα κοινά και να συμμετέχει στην Εκκλησία του Δήμου, να ψηφίζει και να ψηφίζεται, να αγορεύει και να εισέρχεται για να ακούσει τους υπόλοιπους στην Πνύκα, όταν αυτός είχε κατασπαταλήσει την περιουσία του πατέρα του ή όταν αυτός εκπορνεύετο. 

 Το σκεπτικό που υπήρχε πίσω από αυτό τον Νόμο που έθεσε ο αρχαίος νομοθέτης ήταν ότι ένας πολίτης ο οποίος δεν κατόρθωσε να νοικοκυρεύσει τα του οίκου του και να συγκρατήσει τις ορμές  του και την αξιοπρέπειά του, δεν μπορεί να του εμπιστευθεί η πολιτεία κανένα αξίωμα, αλλά ούτε και να ληφθεί υπόψη οποιαδήποτε άποψή του για τα κοινά, αφού υπάρχει κίνδυνος να διαχειριστεί το ίδιο καταστροφικά και τις υποθέσεις της πολιτείας, όπως διαχειρίστηκε την προσωπική του περιουσία και το ίδιο του το σώμα.
 
 
 Ένα άλλο χαρακτηριστικό της Δημοκρατίας ήταν η ελευθερία του λόγου.  Ο κήρυκας στην Πνύκα κρατούσε το σκήπτρο και έλεγε στους πολίτες το αθάνατο «τὶς ἀγορεύειν βούλεται» και οποιοσδήποτε από τους πολίτες μπορούσε να μιλήσει άφοβα για τα θέματα που απασχολούσαν την Εκκλησία του Δήμου.  Η ελευθερία του λόγου αποδεικνύεται επίσης και από τις κωμωδίες του Αριστοφάνη, ο οποίος με πρωτόγνωρο για την εποχή του τρόπο σατίριζε τους Αθηναίους πολιτικούς και καυτηρίαζε στην παρουσία τους τα κακώς κείμενα της πολιτικής και κοινωνικής ζωής των αρχαίων Αθηνων.

 Συνοψίζοντας πιο πάνω από τον ορισμό της Δημοκρατίας στην αρχέγονη βάση της και από τα ήθη και τους νόμους της Αρχαίας Αθήνας τον 5ο αιώνα, όταν ξεκίνησε η Δημοκρατία,  ένα πολίτευμα για να ονομάζεται και να είναι πραγματική δημοκρατία θα πρέπει να στηρίζεται στους πολλούς, να έχει αξιοκρατία και ισονομία, η προτίμηση των πολιτών στα διάφορα αξιώματα να είναι ανεξάρτητη από την καταγωγή και την πολιτική τοποθέτηση του καθενός και ένας φτωχός με ταπεινή καταγωγή δεν θα πρέπει στερηθεί οποιοδήποτε αξίωμα φτάνει να έχει προσόντα για τη θέση και να είναι ενάρετος. Οι πολίτες που αποφασίζουν για τα κοινά θα πρέπει αποδεδειγμένα να είναι καλοί διαχειριστές για τις προσωπικές και οικογενειακές τους υποθέσεις, να έχουν ήθος και αξιοπρέπεια και το πιο σημαντικό να υπάρχει ελευθερία του λόγου και της έκφρασης.

Αυτά λοιπόν, αγαπητοί φίλες και φίλοι, για τη Δημοκρατία που υπήρχε την εποχή που εγκαθιδρύθηκε ως πολίτευμα από τους μακρινούς μας προγόνους.

Ερχόμαστε τώρα στην Κυπριακή Δημοκρατία

Η Κυπριακή Δημοκρατία, η οποία ιδρύθηκε το 1960, προτείνω όπως η οικονομικο-πολιτική ιστορία της χωριστεί σε τρεις μεγάλες περιόδους: Η πρώτη περίοδος είναι η περίοδος από το 1960 μέχρι και τον θάνατο του Εθνάρχου Μακαρίου το 1977, η δεύτερη περίοδος είναι από το 1977 μέχρι και το 1999 όταν ξεκίνησε στην Κύπρο η φούσκα του Χρηματιστηρίου και η τρίτη περίοδος από το 1999 μέχρι σήμερα.

Η περίοδος του Εθνάρχου Μακαρίου

Σε αυτή την περίοδο, όταν  ξεκίνησε η Δημοκρατία, μετά τον Απελευθερωτικό Αγώνα, άρχισαν να διαχωρίζονται οι κοινωνικές τάξεις των πολιτών, να ενισχύεται η αστική τάξη με τους καθηγητές και τους δημοσίους υπαλλήλους του νεοσύστατου Κράτους, αλλά και τους άλλους προνομιούχους εμπόρους και βιοτέχνες. Η αστική τάξη διευρύνθηκε από τη σύσταση των διαφόρων Δημοσίων Υπηρεσιών και ημικρατικών οργανισμών, από την μεταποιητική βιομηχανία, που άρχισε να αναπτύσσεται και από την έκρηξη της οικοδομικής δραστηριότητας, τόσο για το κτίσιμο των υποστατικών των επιχειρήσεων, όσο και για το κτίσιμο κατοικιών που θα στεγάσουν την νέα αστική τάξη. Βοήθησε επίσης το εμπόριο και ο  τουρισμός που ξεκίνησε συστηματικά να ανθεί στην Κύπρο από το τέλος της δεκαετίας του 1960.

Χαρακτηριστικό αυτής της περιόδου ήταν ότι οι φτωχοί εργάτες που αποτελούσαν την εργατική τάξη της Κύπρου μπορούσαν, αν είχαν όρεξη να δουλέψουν, να βρουν δουλειά και οι πλούσιοι να αρχίζουν την επιχειρηματική δραστηριότητα στην Κύπρο και στην γύρω περιοχή μέσα από τις ευκαιρίες που τους παρέχονταν, με αποτέλεσμα να ξεκινήσει μια ραγδαία ανάπτυξη στην κυπριακή οικονομία.  Υπήρχαν τότε πολλές ευκαιρίες και ακόμα περισσότερες μετά από την τουρκική εισβολή όταν ξεκίνησε ο οικοδομικός οργασμός στη Λεμεσό, Πάφο και Λευκωσία και όταν οι Κύπριοι μαζί με τις μεγάλες κυπριακές εργοληπτικές εταιρείες πήγαν στις Αραβικές Χώρες να εργαστούν.

 Από πολιτικής πλευράς η περίοδος αυτή ήταν η περίοδος των συνεχών ανακατατάξεων και η πάλη του Μακαρίου να σχοινοβατήσει και να επιβληθεί στις διάφορες αντίπαλες πολιτικές ομάδες που είχαν τότε δημιουργηθεί με διάφορους αρχηγούς.  Ήταν η ομάδα του Λυσσαρίδη, του Σαμψών, του Γιωρκάτζη, του Τάσσου Παπαδόπουλου, του Αζίνα και από την άλλη όχθη είχαμε και τα πολιτικά κόμματα, με το ΑΚΕΛ να είναι το αρχαιότερο και πιο οργανωμένο.  Όλα αυτά που συνέβαιναν τότε ήταν απολύτως φυσιολογικά για ένα νεοσύστατο κράτος και είναι τα ίδια γεγονότα και βίαιες ανακατατάξεις περίπου που συνέβαιναν και σε άλλα κράτη που αποκτούσαν την ανεξαρτησία τους μετά από πολλά χρόνια κατοχής.

 Απλά την περίοδο αυτή η προσωπικότητα του Μακαρίου κυριαρχούσε. Μέσω του Μακαρίου μπόρεσαν αρκετοί άξιοι και φτωχοί να καταλάβουν θέσεις –κλειδιά στη Δημόσια Υπηρεσία και σε διάφορα άλλα αξιώματα. Στην πολιτική ζωή δεν ήταν εύκολο να ξεμυτίσει, λόγω του βάρους της προσωπικότητας του Μακαρίου, κάποια άλλη πολιτική προσωπικότητα και με αυτό τον τρόπο συγκρατήθηκε σε κάποιο βαθμό και η εσωτερική συνοχή του κράτους μέχρι το πραξικόπημα, αλλά και τα πρώτα χρόνια μετά την τουρκική εισβολή.

 Η Μεταμακαριακή Εποχή Μέχρι το 1999

Ουσιαστικά η πολιτική ζωή της Κύπρου ξεκινά από αυτή την εποχή. Πρόεδροι της Δημοκρατίας και κυρίαρχες προσωπικότητες ήταν ο Σπύρος Κυπριανού, ο Γιώργος Βασιλείου και ο Γλαύκος Κληρίδης.  Η ανάπτυξη στον οικονομικό τομέα  συνεχίστηκε, εισέρρεαν χρήματα από τον τουρισμό και τις άλλες υπηρεσίες που είχαν εκρηκτική ανάπτυξη, ειδικά με την επιτυχημένη πολιτική του Γιώργου Βασιλείου στην προσέλκυση υπεράκτιων επιχειρήσεων και ναυτιλιακών εταιρειών, η οποία βοηθήθηκε και μετά την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης.

 Το ΑΚΕΛ προσέφερε στην Κύπρο ρωσόφωνο εργατικό δυναμικό που στελέχωναν τα δικηγορικά και τα λογιστικά γραφεία που παρείχαν εταιρικές υπηρεσίες στους πρώτους Ρώσους επιχειρηματίες, ειδικά εδώ στη Λεμεσό, αφού τις τρεις τελευταίες δεκαετίες χιλιάδες Κύπριοι στάλθηκαν από το ΑΚΕΛ να σπουδάσουν με υποτροφίες στις χώρες της πρώην Σοβιετικής Ένωσης. Η Κύπρος εγκαθιδρύθηκε με αυτό τον τρόπο ντε φάκτο ως το πρώτο σε προτίμηση επιχειρηματικό κέντρο για τις ρωσόφωνες χώρες.

Η πολιτική του Γιώργου Βασιλείου στην προσέλκυση ναυτιλιακών επιχειρήσεων βοήθησε επίσης και στην προώθηση της κυπριακής σημαίας στη διεθνή ναυτιλία.  Επίσης ο Γιώργος Βασιλείου ήταν και ο πρώτος Πρόεδρος που ασχολήθηκε προσωπικά με την μηχανογράφηση της δημόσιας υπηρεσίας, χωρίς όμως κανένα σοβαρό αποτέλεσμα.  Η εσωτερική πολιτική όμως του Γιώργου Βασιλείου πρέπει να χρεωθεί με ένα μεγάλο λάθος:  Ήταν η εισδοχή και εκπροσώπηση όλων των κομμάτων στα Διοικητικά Συμβούλια των Ημικρατικών Οργανισμών και εν γένει στις διάφορες κρατικές επιτροπές και Ιδρύματα, που όπως θα δούμε μετά η ενέργεια αυτή απέβη καταστροφική, αφού ξεκίνησε από το τότε το αλίσι βερίσι των κομμάτων με τους πολίτες για τις προσλήψεις,  προαγωγές και προμήθειες εξοπλισμού στην Δημόσια Υπηρεσία και στους ημικρατικούς και άλλους δημόσιους οργανισμούς και  επιχειρήσεις.

 Μετά το Γιώργο Βασιλείου έχουμε την πρώτη περίοδο διακυβέρνησης του Γλαύκου Κληρίδη στην οποία συνεχίστηκε η ανάπτυξη. Συνεχίστηκε και εντάθηκε όμως και η συμμετοχή των κομμάτων στα Διοικητικά Συμβούλια των Ημικρατικών Οργανισμών, ειδικά των συγκυβερνόντων κομμάτων.  Κύριο χαρακτηριστικό της διακυβέρνησης Κληρίδη ήταν και η υπουργοποίηση αρκετών πολιτικών προσώπων οι οποίοι ήταν στενά οργανωμένοι με τα κόμματα της συγκυβέρνησης, κάτι που δεν γινόταν τόσο έντονα προηγουμένως. Ξεκίνησαν λοιπόν οι Υπουργοί να λαμβάνουν υπόψη στις αποφάσεις τους το πολιτικό κόστος και την ικανοποίηση των ψηφοφόρων τους και έτσι άρχισαν να γίνονται διστακτικοί σε αποφάσεις που ήταν για το καλό του κράτους αλλά είχαν πολιτικό κόστος.  Έτσι για να τολμήσει ο Υπουργός  να λάβει απόφαση για ένα φλέγον θέμα θα πρέπει αυτό να απασχολούσε την κοινή γνώμη.  Σταμάτησε δηλαδή να υπάρχει ο μακρόχρονος προγραμματισμός και το πολιτικό όραμα.  Απλά άρχισαν να λαμβάνονται αποφάσεις πυροσβεστικής φύσεως.

 Η μεσαία τάξη άρχισε να ενισχύεται με τους δικηγόρους και τους οικονομολόγους που στελέχωναν τα δικηγορικά, λογιστικά και ναυτιλιακά γραφεία που παρείχαν τις υπηρεσίες προς τους ξένους, συνεχίστηκε η ανέγερση ξενοδοχείων και η εν γένει ευμάρεια.  Στην συγκεκριμένη περίοδο άρχισαν οι συστηματικές ενέργειες για την ένταξη της Κύπρου στην Ευρωπαϊκή Ένωση, εγκαθιδρύθηκε η ιδιωτική ραδιοτηλεόραση και ξεκίνησαν οι πρώτες προσπάθειες φιλελευθεροποίησης των τηλεπικοινωνιών με την εισαγωγή του ίντερνετ και από άλλες εταιρείες εκτός της CYTA. Η ιδιωτική τηλεόραση από το 1992 και μετά θα παίξει σοβαρό πολιτικό ρόλο και θα είναι η πρώτη φορά που θα γνωρίσει ο πολιτικός κόσμος και η δημόσια υπηρεσία της Κύπρου αντιπολίτευση και κριτική.  Ήταν η περίοδος που οι πολιτικοί ήταν ακόμα ευαίσθητοι στην κριτική και τότε η ιδιωτική τηλεόραση έπαιξε σημαντικό ρόλο στην αλλαγή κάποιων κατεστημένων.  Η περίοδος αυτή θα λήξει άδοξα με την μη έλευση των ρωσικών πυραύλων S 300 και τη σπατάλη τόσων εκατομμυρίων για την παραγγελία τους.

Η Περίοδος μετά το 1999

Η τρίτη και φαρμακερή περίοδος είναι αυτή που διανύουμε σήμερα. Ξεκινά από το καλοκαίρι του 1999 με την εισαγωγή των μετοχών της εταιρείας ΛΟΥΗΣ στο χρηματιστήριο και του φουσκώματος  του Χρηματιστηρίου.  Είναι η εποχή που αντιλήφθηκαν κάποιοι ότι μπορεί να πλουτίσουν εύκολα και χωρίς μάλιστα να κοπιάσουν.  Είναι η εποχή των μεγάλων υποσχέσεων και των μικρών πράξεων, η εποχή του Χρηματιστηρίου, αλλά και της μεγάλης απάτης.  Στην περίοδο του Χρηματιστηρίου έγινε η πρώτη ανταλλαγή πλούτου, με καθοριστικό ρόλο αυτόν των Τραπεζών.  Εκτός από την άντληση κεφαλαίων από την εταιρεία ΛΟΥΗΣ και τις άλλες ιδιωτικές εταιρείες, οι Τράπεζες προκειμένου να δικαιολογήσουν την εισαγωγή περισσότερων τίτλων τους στο Χρηματιστήριο και να αντλήσουν από τους επενδυτές κεφάλαια, ίδρυαν νέα καταστήματα στην Κύπρο και κυρίως επεκτάθηκαν και στην Ελλάδα. 

Οι Τράπεζες διαφήμιζαν συστηματικά στα ενημερωτικά τους δελτία τον αριθμό των καταστημάτων  τους και τα υποτιθέμενα έσοδα και κέρδη που θα είχαν από τα νέα αυτά καταστήματα.  Η περίοδος του Χρηματιστηρίου ήταν και η πρώτη περίοδος σοβαρής διαπλοκής και αλληλεξάρτησης και διασύνδεσης μεταξύ των πολιτικών, των τραπεζών και κάποιων επιχειρηματιών.  Οι πολιτικοί μέσω του Χρηματιστηρίου έκαναν «πλάτες» στις Τράπεζες και στις άλλες εταιρείες που εισήχθησαν τότε, αλλά κυρίως και κάποιοι πολιτικοί είχαν πλουτίσει από την προσφορά λογιστικών, συμβουλευτικών και δικηγορικών υπηρεσιών από τα γραφεία που διέθεταν και από την ιδιωτική τοποθέτηση των μετοχών των προς εισαγωγή εταιρειών.  Ήταν η εποχή που και κάποιοι σοβαροί κατά τα άλλα πολιτικοί ήθελαν να «ρίξουν» στον καιάδα του Χρηματιστηρίου και τα χρήματα του ταμείου των Κοινωνικών Ασφαλίσεων.

 Οι Τράπεζες για να στηρίξουν τις μετοχές τους και να στραγγίσουν τελείως τους ανυποψίαστους και ανυπόμονους  επενδυτές, δάνειζαν χρήματα με ενέχυρο ακόμα την οικοσκευή των επενδυτών, με τη δικαιολογία της ανακαίνισης της κατοικίας τους, ώστε να μπορούν να ποντάρουν στο Χρηματιστήριο και να αυξήσουν το γενικό δείκτη, φουσκώνοντας με περισσότερο αέρα τη φούσκα και αυξάνοντας τις τιμές των μετοχών τους. Οι άλλες ιδιωτικές επιχειρήσεις εισέρχονταν στο Χρηματιστήριο με πλαστά τιμολόγια και πλαστά έσοδα, αντλούσαν τα κεφάλαια και μετά εξέδιδαν πιστωτικές σημειώσεις για τα τιμολόγια.  Με υπερβολικές αμοιβές των Μελών των Διοικητικών Συμβουλίων και με αμφιβόλου αξίας  και επιτυχίας εξαγορές αποξένωναν τα χρήματα των ανυποψίαστων επενδυτών από τις εισηγμένες  εταιρείες οδηγώντας τα σε άλλους τραπεζικούς λογαριασμούς. Σε κάθε γωνιά της Κύπρου υπήρχε και ένα Χρηματιστηριακό γραφείο, με την ίδια διάταξη των επίπλων όπως ακριβώς των πρακτορείων στοιχημάτων και είχαν δηλώσει τότε πολλοί επιτήδειοι ότι ήταν χρηματιστές.

 Η περίοδος του Χρηματιστηρίου σηματοδοτεί την έναρξη της περιόδου της φούσκας, της ψευτιάς και της ατιμωρησίας.  Ο καθένας έλεγε ότι ήθελε χωρίς να τιμωρείται και χωρίς να εφαρμόζεται κανένας νόμος και κανονισμός.  Πρόεδροι μεγάλων επιχειρήσεων έκαναν δηλώσεις για τιμή – στόχο των μετοχών των εταιρειών τους, ξεφορτώνοντας στις πλάτες των επενδυτών δικές τους μετοχές και αντί να οδηγηθούν την επόμενη στο Δικαστήριο για χειραγώγηση μετοχών κυκλοφορούσαν ποζάροντας στις κοινωνικές εκδηλώσεις και δεξιώσεις απολαμβάνοντας την εκτίμηση των υπολοίπων.  Όλο αυτό το φαγοπότι συνεχίστηκε μέχρι που στέρεψαν τα χρήματα από τα νοικοκυριά και ολοκληρώθηκε η μεταφορά των χρημάτων στους επιτήδειους.  Χάθηκαν συντάξεις, ταμεία προνοίας, εφ’ άπαξ, οικονομίες για τα γηρατειά και αποταμιεύσεις. Άλλαξαν χέρια σε δύο χρόνια.

Η περίοδος αυτή σημαδεύεται και με την είσοδό μας στην Ευρωπαϊκή Ένωση.  Η Κύπρος προέβη, την τελευταία στιγμή όπως πάντα, σε μια σειρά Νομοθετημάτων που άλλαζαν άρδην τυπικά μόνο την εσωτερική διακυβέρνηση:  Ίδρυση Ρυθμιστή και Ρυθμιστικού πλαισίου στις Τηλεπικοινωνίες, στην Ενέργεια, στον Ανταγωνισμό, στην προστασία των προσωπικών δεδομένων, στα  Ραδιοτηλεοπτικά κλπ.  Προστέθηκαν επίσης και άλλα δημόσια ιδρύματα και υπηρεσίες, όπως η επέκταση του Πανεπιστημίου και η ίδρυση του ΤΕΠΑΚ, η ίδρυση του Ιδρύματος Προώθησης Έρευνας, του Ινστιτούτου Κύπρου και πολλών άλλων.  Ο Δημόσιος τομέας και ο ευρύτερος Δημόσιος τομέας διευρύνθηκε με την πρόσληψη επιπλέον προσωπικού.  Επειδή η εκπροσώπηση των κομμάτων συνεχίστηκε και με τη διακυβέρνηση του Τάσσου Παπαδόπουλου, ειδικά μάλιστα κατά την περίοδο της συγκυβέρνησης, ο δημόσιος τομέας διευρυνόμενος συνέχισε να στελεχώνεται με κομματικούς οπαδούς, αφού το αλίσι βερίσι μεταξύ των κομμάτων έδινε και έπαιρνε.

Επιστήμονες με προσόντα και αποδεδειγμένη διεθνή εμπειρία ζούσαν στο εξωτερικό ή απομονωμένοι στο εσωτερικό και οι θέσεις κλειδιά καταλαμβάνονταν από κομματικά στελέχη, αφισοκολλητές των κομμάτων, συγγενείς και κουμπάροι των πολιτικών και των Προέδρων.  Η πικρή αυτή διαπίστωση αφορά, δυστυχώς τη διακυβέρνηση και των τριών Προέδρων Γλαύκου Κληρίδη, Τάσσου Παπαδόπουλου και Δημήτρη Χριστόφια και τονίζεται αυτό για να μην κατηγορηθώ ότι παίρνω το μέρος κάποιου Προέδρου ή κομματικού σχηματισμού.  Ενώ υπήρχαν στην Κύπρο και στο εξωτερικό εξειδικευμένοι επιστήμονες στους τομείς των τηλεπικοινωνιών, της Ενέργειας του δικαίου του ανταγωνισμού, Νομπελίστες οικονομολόγοι, αναλαμβάνουν τις νευραλγικές αυτές θέσεις συνταξιούχοι κυρίως, που ο εκάστοτε Πρόεδρος ήθελε να τακτοποιήσει για προσωπικούς ή κομματικούς λόγους, χωρίς να έχουν ιδέα περί του αντικειμένου και της θέσης που κατέχουν.

Μετά την περίοδο του Χρηματιστηρίου και την πλήρη ένταξη της Κύπρου στην ΕΕ, άρχισε να φουσκώνει η φούσκα των ακινήτων.  Υπήρχαν βλέπετε Κύπριοι που έμαθαν να κερδίζουν χρήματα χωρίς πολλή προσπάθεια και οι πρώην επίδοξοι χρηματιστές ξεκίνησαν να ασκούν το επάγγελμα του κτηματομεσίτη.  Ενώ μέχρι τη δεκαετία του 1990 ένα οικόπεδο στοίχιζε περίπου στον αγοραστή 40-50 φορές τον μηνιαίο του μισθό, η τιμή της γης μέσα σε τέσσερα χρόνια πολλαπλασιάστηκε.  Η Πολεοδομία δεν επέκτεινε τους συντελεστές και οι ξένοι και οι Κύπριοι έμαθαν από τη διαφημιστική εκστρατεία στο εσωτερικό και στο εξωτερικό ότι θα μπορούσαν να αγοράσουν μια κατοικία ή άλλο ακίνητο και μετά να το μεταπουλήσουν με ένα σοβαρό κέρδος.

 Οι Τράπεζες βρήκαν πελάτες για να χορηγήσουν δάνεια από τα χρήματα που πήραν από το Χρηματιστήριο και τις καταθέσεις των ξένων εταιρειών, φουσκώνοντας με αέρα τη φούσκα των ακινήτων.  Οι τραπεζικοί υπάλληλοι, μαζί με τους κτηματομεσίτες, ξεκίνησαν να βρίσκουν θύματα που τους παρείχαν δάνεια για αγορά ακινήτων χωρίς εγγυήσεις και με πλαστές εκτιμήσεις, ώστε να γράφουν στο ενεργητικό τους δάνεια και να παίρνουν τα μπόνους τους.  Οι Τράπεζες με τη σειρά τους έγραφαν λογιστικά κέρδη από τους τόκους των δανείων, που όσο περνούσε ο χρόνος αυξανόταν και η διάρκειά τους. Τα οικιστικά δάνεια ξεκίνησαν με διάρκεια 15 χρόνων και έφτασαν σήμερα μέχρι τα 25 και ακόμα 30 χρόνια.  Ο λόγος ήταν πολύ απλός.  Δεν μπορούσαν να δικαιολογήσουν χαμηλή δόση στους πελάτες τους, αφού ενώ είχε πολλαπλασιαστεί η αξία της γης δεν είχαν πολλαπλασιαστεί το ίδιο και οι απολαβές των ανυποψίαστων αλλά κατά τα άλλα ανυπόμονων για εύκολο πλουτισμό Κυπρίων. Παράλληλα τα πρώτα χρόνια της εισαγωγής του Ευρώ τα επιτόκια χορήγησης των δανείων ήταν πολύ χαμηλότερα από την εποχή της κυπριακής λίρας και έτσι ενθαρρύνθηκαν πολλοί να δανειστούν υπέρογκα για τον οικογενειακό προϋπολογισμό ποσά, για να έχουν τη ζωή που ονειρεύονται σε ιδιόκτητη κατοικία και εξοχικό.

 Η Κυβέρνηση από την άλλη και ο ευρύτερα πολιτικός κόσμος ήταν πολύ ευχαριστημένος  διότι η φούσκα αυτή βοηθούσε στη βελτίωση των αριθμών του Ακαθάριστου Εθνικού Προϊόντος της Κύπρου, εισέρρεαν χρήματα από τα μεταβιβαστικά στα δημόσια ταμεία και υπήρχε στον πληθυσμό της Κύπρου μια επίπλαστη ευμάρεια, γιατί μαζί με τη σπατάλη για την αγορά των ακινήτων διευρύνθηκε η σπατάλη στα νοικοκυριά. Οι Τράπεζες μαζί με τα δάνεια για κατοικία χορηγούσαν αφειδώς καταναλωτικά δάνεια για να γράφουν κέρδη στο ενεργητικό τους από τα ψηλά επιτόκια των δανείων.

 Την ίδια περίοδο αυξήθηκαν και οι σπατάλες στο Δημόσιο.  Στις προσλήψεις προσωπικού, στα αναλώσιμα, στα φάρμακα, στα έργα τεχνολογίας, στις δημόσιες επενδύσεις και στα βαρύγδουπα λόγια και εξαγγελίες. Η Κύπρος γέμισε πολυτελή αυτοκίνητα και εξοχικά αλλά όλα αυτά ήταν με ξένα χρήματα.
 
Ένα μέτρο σύγκρισης της φούσκας των ακινήτων ήταν το κοινό έργο της Κυβέρνησης με το Κατάρ.  Η εκτίμηση του Κτηματολογίου για το ακίνητο απέναντι από  το Χίλτον ήταν 150 εκατομμύρια ευρώ. Τελικά η Κυβέρνηση, μετά από διαπραγματεύσεις,  δέχθηκε την εκτίμηση του Κατάρ που ήταν 50 εκατομμύρια ευρώ.  Σε οποιαδήποτε άλλη χώρα ο Διευθυντής του Κτηματολογίου θα έπρεπε να παραιτηθεί για τη λανθασμένη εκτίμηση, αλλά κυρίως οι τράπεζες θα έπρεπε να απομειώσουν κατά δύο τρίτα τις αξίες και τις  εκτιμήσεις των δανείων των ακινήτων σε όλη τη Λευκωσία αφού οι εκτιμήσεις του Κτηματολογίου ήταν φουσκωμένες με τριπλάσιες τιμές από ότι η πραγματική αξία, η οποία υποτιμήθηκε μάλιστα με απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου.

Το 1999, την ίδια περίοδο που ξεκίνησε η φούσκα του Χρηματιστηρίου η Blythe Masters κατασκεύαζε το πρώτο μαθηματικό μοντέλο του CDS Credit Default Swap.  Με αυτό το προϊόν, οι Τράπεζες αγόραζαν ρίσκο για τα δάνεια των πελατών τους.  Παρουσίαζαν σε κάποια dealing rooms του εξωτερικού τα δάνεια ή ακόμα και τα ομόλογα μεγάλων οργανισμών και χωρών και τα dealing rooms αφού μελετούσαν το ρίσκο, όριζαν μια ετήσια τιμή για το ρίσκο των πελατών τους. Aυτή η τιμή ήταν το λεγόμενο spread πόσο δηλαδή είναι το ρίσκο πάνω από το επιτόκιο δανεισμού που θα πρέπει να πληρώσει ο δανειστής, ούτως ώστε στην περίπτωση που ο δανειζόμενος δεν θα μπορούσε να αποπληρώσει τα δάνειά του ή τα ομόλογά του να καταβάλουν οι οργανισμοί αυτοί το σύνολο του ποσού που ο δανειστής έδωσε στον δανειζόμενο.

 Το παράγωγο αυτό προϊόν όμως ήταν διαθέσιμο και σε άλλους τρίτους, ξένους προς τη συναλλαγή, σε μια μορφή στοιχημάτων πτώχευσης.  Έτσι όταν ένα κράτος ή μια μεγάλη εταιρία δανειζόταν ένα ποσό, για κάθε τέτοιο ποσό κυκλοφορούσε στην διεθνή χρηματιστηριακή αγορά πολλαπλάσιο  ποσό σε στοιχήματα πτώχευσης.  Ναι ουσιαστικά το CDS είναι ένα στοίχημα για το αν ένας οργανισμός ή ένα κράτος θα πτωχεύσει και είναι για αυτό το λόγο που αν πτωχεύσει η Ελλάδα θα ωφεληθούν όλοι αυτοί που αγόρασαν CDS, που είχαν δηλαδή προηγουμένως στοιχηματίσει στην πτώχευσή της. Αυτοί μάλιστα που στοιχημάτισαν και  θα ωφεληθούν θα είναι περισσότεροι από τους δανειστές της.
 
 
Έτσι οι τράπεζες έχοντας «πουλήσει» το ρίσκο τους αλλού δάνειζαν παντού.  Ειδικά στην Ελλάδα μετά την ίδρυση των πολλών καταστημάτων από τις Κυπριακές τράπεζες, προκειμένου αυτές να επιβληθούν και να διεισδύσουν στην Ελληνική τραπεζική αγορά χαλάρωσαν τα κριτήρια δανεισμού και παρείχαν παρακινδυνευμένες χορηγήσεις, τοξικές τις λέμε σήμερα,  σε επιχειρήσεις και ιδιώτες οι οποίοι δεν κατόρθωναν να τις εξασφαλίσουν στις άλλες παραδοσιακές ελληνικές τράπεζες.

 
 

Όλος αυτός ο χορός των εκατομμυρίων γινόταν με ξένα κόλλυβα.  Τα νοικοκυριά και η Κυπριακή οικονομία ευρύτερα δεν είχε την ίδια αύξηση των εισοδημάτων τους ώστε να μπορούν να δικαιολογήσουν έστω και υποτυπώδη εξυπηρέτηση των δανείων και πολλοί που είχαν αγοράσει ακίνητα με σκοπό να τα μεταπωλήσουν έμειναν με τα ακίνητα και τα αντίστοιχα δάνεια στο χέρι.  Από την άλλη οι επιχειρηματίες γης, διαπλεκόμενοι με τους πολιτικούς και τους τραπεζίτες, εξασφάλιζαν άδειες ανάπτυξης και χορηγίες από τις τράπεζες χωρίς επιχειρηματικά σχέδια και χωρίς οποιοδήποτε προγραμματισμό. Απλά φτάνει να ήταν μέλη του όλου συστήματος και να είχαν προσωπικές φιλίες με τους τραπεζικούς και μέλη των κομματικών και άλλων κυβερνητικών μηχανισμών.

 Το χειρότερο όμως που συνέβη στην Κύπρο ήταν ο εξωτερικός δανεισμός.  Τους πρώτους μήνες της διακυβέρνησης του Δημήτρη Χριστόφια, ξεκίνησαν τα ελλείμματα στον προϋπολογισμό από την έλλειψη των εσόδων που εισέρρεαν στον κρατικό κορβανά από τις μεταβιβάσεις ακινήτων και το φόρο κεφαλαιουχικών κερδών, αλλά και από τη μείωση της κατανάλωσης αφού πλέον τα κυπριακά νοικοκυριά και επιχειρήσεις ήταν υπερχρεωμένα.

 Η Κεντρική Τράπεζα δεν επενέβη έγκαιρα για την συγκράτηση των χορηγήσεων και τη σωστή ρύθμιση των τραπεζών και ο Υπουργός Οικονομικών, ερχόμενος από τα διεθνή road shows, δήλωνε περήφανα ότι οι ξένες μεγάλες τράπεζες και επενδυτικά ταμεία έδειξαν εμπιστοσύνη στην Κύπρο και στην Κυβέρνηση και δάνεισαν την Κυπριακή Δημοκρατία χρήματα, αγοράζοντας Κυπριακά ομόλογα.  Δεν γνώριζε όμως ότι μαζί με τον δανεισμό έπρεπε να αποδείξει στις αγορές με ποιο τρόπο θα πρέπει να βρει χρήματα για να αποπληρώσει το δάνειο αυτό, αλλά το χειρότερο ότι μαζί με κάθε ομόλογο κυκλοφορούσαν στην αγορά πολλαπλάσια χρήματα σε στοιχήματα αν η χώρα μας θα πτωχεύσει. Το ίδιο έπαθαν και οι άλλες χώρες και σιγά σιγά τα ποσά στα «στοιχήματα» για τη πτώχευση των κρατών ήταν πολύ περισσότερα από τα ίδια τα ποσά του δανεισμού. 

 Την ίδια περίοδο οι τράπεζές μας και μεσούσης της διεθνούς κρίσης αγόραζαν την παραμονή της προσφυγής της Ελλάδος στο Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, Ελληνικά ομόλογα διότι στην κατάσταση που ήταν η Ελλάδα λόγω του υψηλού ρίσκου είχαν μεγάλες αποδόσεις.  Αλλά αγαπητοί φίλες και φίλοι, όπως θα δείτε και στους επόμενους μήνες δεν είναι τόσο επικίνδυνη η έκθεση των κυπριακών τραπεζών στα Ελληνικά Ομόλογα όσο η έκθεσή τους σήμερα στα ιδιωτικά δάνεια στα κυπριακά νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις τα οποία αδυνατούν σήμερα να ανταποκριθούν στις υποχρεώσεις τους.

 Όμως δεν έλαβε κανένας υπόψη τις διεθνείς συγκυρίες.  Δεν ασχολήθηκε καθόλου κάποιος με το μέλλον της οικονομίας.  Ακόμα και σήμερα οι ακαδημαϊκοί και οι εμπειρογνώμονες παραμερίζονται γιατί για κάθε κακό σχόλιο ή εισήγηση που κάνουν έχουν δήθεν αλλότρια κίνητρα και οι πολιτικοί συνεχίζουν να είναι ειδήμονες επί παντός επιστητού, να συνεχίζουν να περιθωριοποιούν τους επαγγελματίες και τους γνώστες του αντικειμένου και οι νέοι επιστήμονες για να μπορέσουν να εξασφαλίσουν εργασία θα πρέπει να περιφέρονται γύρω από ένα κόμμα. Στους Ημικρατικούς οργανισμούς και στις μεγάλες δημόσιες υπηρεσίες και επιχειρήσεις συνεχίζουν να έχουν ρόλο τα κόμματα μέσω της διαπλοκής του δημόσιου και ιδιωτικού τομέα.  Είναι πολλά τα παραδείγματα που μπορεί να αναφέρει κανένας που διεκτραγωδούν την κατάσταση που περιέπεσε σήμερα η κοινωνία μας.

 Στον κοινωνικό τομέα από το 1999 και μετά η Κύπρος άλλαξε.  Έχουμε ξεφύγει από ήθος που είχαμε από την παράδοση των πατεράδων μας και της Ορθόδοξης Πίστης μας.  Η συμπεριφορά μας προς τους ξένους εργάτες και οικονομικούς μετανάστες έγινε  απάνθρωπη και ληστρική σαν να και εμείς δεν ήμασταν το 1974 ξένοι εργάτες σε ξένες χώρες. Ο εγωισμός, ο μιμητισμός και η επιδειξιομανία μας  δεν έχει όρια, όταν αυτή μάλιστα υποδαυλίζεται από την τεχνητή και πλαστή, δανεική κοινωνία που δημιούργησαν οι τράπεζες. Οι νέοι απομακρύνθηκαν από τα χειρωνακτικά επαγγέλματα, τα οποία παραδόθηκαν στους οικονομικούς μετανάστες, τους οποίους δεν θέλουμε από τη μια, αλλά δεν μπορούμε να κάνουμε χωρίς αυτούς από την άλλη. Οι νέοι επιστήμονες όταν θέλουν να εργαστούν επιζητούν με κάθε τρόπο την ασφάλεια της δημόσιας υπηρεσίας εφαρμόζοντας την αρχή της ήσσονος προσπαθείας. Δηλαδή όσο το δυνατό λιγότερη δουλειά και υψηλότερες απολαβές, δημιουργώντας έτσι μια γενιά κουρασμένη από την ηλικία των 25 χρονών.

  Δεν είναι τυχαίο το γεγονός που η Εθνική Τράπεζα πριν από τρία χρόνια κινδύνεψε να αναστείλει τις εργασίες  της στην Κύπρο, θέλοντας να επιβάλει κάποιες αλλαγές στο εργασιακό καθεστώς, αφού στάθηκε αντιμέτωπη με την μήνιν της συντεχνίας των  Τραπεζικών Υπαλλήλων.  Δεν είναι τυχαία επίσης η αντιμετώπιση από την ΠΑΣΥΔΥ των οικονομικών μέτρων που προσπαθεί να επιβάλει σήμερα η Βουλή και η Κυβέρνηση, έστω και καθυστερημένα. Η ΠΑΣΥΔΥ δεν έχει λάβει καθόλου υπόψη και ούτε την απασχολεί το γεγονός ότι αν δεν υπήρχε ο δανεισμός από τη Ρωσία σήμερα η Κυβέρνηση θα αδυνατούσε να πληρώσει τους μισθούς των Δημοσίων Υπαλλήλων.

 Το κερασάκι στην τούρτα ήταν το δυστύχημα της ΗΛΙΟΣ και η  έκρηξη στο Μαρί. Το δυστύχημα της ΗΛΙΟΣ το 2005 ορφάνεψε 121 οικογένειες και ακόμα δεν τιμωρήθηκε κανένας. Ειδικά όμως το Μαρί ήταν η έκρηξη της φούσκας που τόσο επιτήδεια φουσκωνόταν τα τελευταία δώδεκα χρόνια.  Έδειξε τη γύμνια της κυπριακής δημόσιας υπηρεσίας  και μαζί με την οικονομική και τραπεζική κρίση αποκάλυψε  τη διαχρονική αναπηρία του πολιτικού, κοινωνικού και οικονομικού μας συστήματος. 
 
 
 
Η Κυπριακή Δημοκρατία, όπως φαίνεται από τον αρχικό ορισμό του δημοκρατικού πολιτεύματος που έθεσε ο Περικλής, δεν είναι πραγματική Δημοκρατία αλλά σύστημα. Αν το Πολίτευμά μας ήταν πραγματικά δημοκρατικό τότε θα επιλέγονταν για τα δημόσια αξιώματα  ενάρετοι και άξιοι πολίτες, ανεξαρτήτως πολιτικής παράταξης και κοινωνικής τάξης, οι οποίοι θα μετέφεραν ένα νέο αέρα στο δημόσιο βίο. Η αναξιοκρατία, η ατιμωρησία, η διαπλοκή και το φούσκωμα της πολιτικής, κοινωνικής και οικονομικής φούσκας μετέτρεψε το δημοκρατικό μας πολίτευμα σε ένα σύστημα που οστρακίζει, καταδιώκει και διακωμωδεί όποιον δεν ενδώσει στις απαιτήσεις του συστήματος και δεν ακολουθήσει τον τρόπο λειτουργίας του. Η φούσκα αυτή παραδιδόταν από το 1999 από τον ένα Πρόεδρο στον άλλο και έλαχε να σπάσει σήμερα.  Η μοίρα οποιασδήποτε φούσκας είναι να ξεφουσκώνει ή να εκρήγνυται και είναι τυχερός αυτός που θα τη πουλήσει φουσκωμένη, πριν εκραγεί. Για αυτό και οι προηγούμενοι Πρόεδροι ήταν τυχεροί που δεν έχει εκραγεί η φούσκα αυτή στα χέρια τους.
 

Ως τεχνοκράτες δεν πρέπει  να μείνουμε μόνο στις διαπιστώσεις.  Όλα αυτά που ανέφερα πιο πάνω συζητούνται σήμερα εκτενώς στην κοινωνία των πολιτών της Κύπρου και είναι για αυτό το λόγο που η νεολαία μας, κυρίως, μαστιζόμενη από την ανεργία και την οικονομική δυσπραγία, είναι πλέον έτοιμη να επαναστατήσει εναντίον του συστήματος αφού στερούμενη τα απαραίτητα πυκνώνει τις τάξεις των ανέργων επιστημόνων.

 Ξεκινώντας από τη Δημόσια Υπηρεσία, θα πρέπει η ίδια να γίνει ανταγωνιστική.  Θα πρέπει να εφαρμοστεί σωστά η μηχανογράφηση και η απλοποίηση των διαδικασιών χωρίς τις άκρατες σπατάλες του παρελθόντος και το φαγοπότι που γινόταν στην προμήθεια του υλικού και λογισμικού.  Φανταστείτε ότι μόνο η μηχανογράφηση του Γενικού Νοσοκομείου Λευκωσίας στοίχισε όσα και η μηχανογράφηση του συστήματος υγείας μιας ευρωπαϊκής χώρας.  Οι κοινωφελείς υπηρεσίες, που αποτελούν την ατμομηχανή της ανάπτυξης,  πρέπει να καταστούν ανταγωνιστικές, να αλλάξει η νοοτροπία του προστατευτισμού και των μονοπωλίων, αλλά κυρίως να αρχίσουμε να εργαζόμαστε.  Να αρχίσει να κινείται η κρατική μηχανή με λιγότερο καύσιμο και λιγότερο λάδι. Να συντομευθούν οι διαδικασίες του 1960 στις σχέσεις τους με τον πολίτη και τις επιχειρήσεις. Μόνο έτσι θα μπορέσουμε να προσελκύσουμε ξένες επενδύσεις.  Η οποιαδήποτε κρίση είτε παρέχει την ευκαιρία είτε εξαναγκάζει εκ των πραγμάτων και των αποτελεσμάτων να αλλάξουν νοοτροπίες και δομές.

 Πρέπει η Δημοκρατία ως πολίτευμα να αναζητήσει την αρχέγονή της βάση και σκοπό.  Να έχουν ελευθερία πρόσβασης στα αξιώματα και τις θέσεις όλοι οι  πολίτες ανάλογα με τα προσόντα τους και την αρετή τους, να αποκλειστούν από τα αξιώματα οι κακοί διαχειριστές και να γίνει η κοινωνία μας πιο δίκαιη και ανταγωνιστική και να τιμωρείται τέλος πάντων το ρουσφέτι, η διαφθορά και η κακοδιαχείριση που περιγράφεται με γλαφυρό τρόπο κάθε χρόνο στις εκθέσεις της Γενικής Ελεγκτού.

 Να καθίσει επί τέλους ο κάθε κατεργάρης στον πάγκο του. Η ζωή είναι κύκλος που περιστρέφεται όπως έλεγαν και οι ποιητές της δικής μας ρωμαίικης παράδοσης. Όταν ο κύκλος γυρίζει και η ζωή βρίσκεται στα κάτω της είναι οι στιγμές για ευκαιρία και δημιουργία. Από τη μακρόχρονη ιστορία της ανθρωπότητας οι κοινωνίες δημιουργούν όταν υπάρχει υλική φτώχια.  Είναι τότε που ο άνθρωπος ρισκάρει για να βγει από το λούκι και τη δυσπραγία.  Είναι τότε που η φτωχολογιά «απ’ τον πηλό φτιάχνει λουλούδι» όπως λέει και ο Καζαντζίδης, αλλά και είναι τότε που «Φιλοκαλούμεν μετ’ ευτελείας» όπως έλεγε ο Περικλής.
 
ΦΟΥΣΚΕΣ ΠΑΝΤΟΥ

Τα όσα είδαν τους τελευταίους µήνες το φως της δηµοσιότητας καταδεικνύουν ότι η κοινωνική, πολιτική και οικονοµική ζωή του τόπου µας υφίσταται µια καλπάζουσα γήρανση µε το ψέµα και την απάτη να βρίσκονται παντού. Όπου και αν στρέψει κάποιος την προσοχή του βλέπει παντού «φούσκες». Φούσκες πολιτικές, φούσκες εκκλησιαστικές, φούσκες οικονοµικές. Αλλά ποίος είναι σήµερα ο νεοφανής αυτός ορισµός της φούσκας; Ο όρος «φούσκα» ξεκίνησε να χρησιµοποιείται στην Κύπρο από την εποχή του φουσκώµατος του Χρηµατιστηρίου και επεκτάθηκε σε όλους τους τοµείς της κυπριακής κοινωνίας. Έχει όµως να κάµει µε ένα θέµα που πάντοτε απασχολούσε την παγκόσµια διανόηση. ∆εν ήταν έτσι λοιπόν τυχαίος ο µύθος του Αισώπου µε τον Βάτραχο που ξεκίνησε να πίνει νερό για να φτάσει στο µέγεθος του βοδιού αλλά στο τέλος έσκασε. Η ιστορία αποδεικνύει ότι οι περισσότερες φούσκες
ή ξεφουσκώνουν ή εκρήγνυνται.
 
Για να δηµιουργήσει κάποιος µια φούσκα χρειάζεται «αέρας». Χρειάζεται να πει ψέµατα, χρειάζεται να δώσει στην κοινωνία των πολιτών µια «φουσκωµένη» ψευδή εντύπωση πιο µεγενθυµένη από την πραγµατικότητα. Για τη δηµιουργία της οποιασδήποτε φούσκας σήµερα είναι σηµαντικός ο τρόπος επικοινωνίας µε τον περιβάλλοντα χώρο και το ακροατήριο και για αυτό δεν είναι τυχαίο που πίσω από τις διάφορες φούσκες που κυκλοφορούν βρίσκονται πάντα επικοινωνιολόγοι και άλλα έντυπα ή ηλεκτρονικά Μέσα Μαζικής Ενηµέρωσης.
 
Το φαινόµενο της «φούσκας» παρουσιάζεται πιο ενισχυµένο τη σηµερινή εποχή λόγω της ύπαρξης της σύγχρονης τεχνολογίας, µέσω της οποίας είναι δυνατόν να πλαστεί γύρω από τη «φούσκα» ένας φανταστικός ψεύτικος κόσµος ιδεατής πραγµατικότητας µε τη χρήση ειδικών επικοινωνιακών τεχνικών και άλλων εφφέ. Έτσι ο οποιοσδήποτε που είναι «φούσκα», χωρίς δηλαδή περιεχόµενο, έχει µεγάλη ανάγκη τα Μέσα Μαζικής Επικοινωνίας, προσέχει πολύ τον τρόπο που θα παρουσιαστεί στο κοινό, παρέχει στον κόσµο ένα διαφορετικό χαρακτήρα από αυτό που είναι στην πραγµατικότητα για να µην έχει αντίκτυπο στην όλη του «εικόνα» ή άλλως image που έχει δηµιουργήσει.
 
Έτσι όλη η πολιτική και εκκλησιαστική ζωή έχει γίνει σήµερα ένα θέατρο, µια παράσταση µέσα από την οποία ο κάθε ένας προσπαθεί να φουσκωθεί µε όσο το δυνατό περισσότερο «αέρα», για να ξεγελάσει µε όσο το δυνατό πιο τέλεια ηθοποιία την κοινή γνώµη και να κτίσει ένα «σωστό image» που να απέχει όσο το δυνατό περισσότερο από την πραγµατική πενία της προσωπικότητάς του. Με αυτές τις τεχνικές παρουσιάζονται σήµερα στην Κυπριακή Κοινωνία πολλοί πολιτικοί, εκκλησιαστικοί και άλλοι οικονοµικοί παράγοντες που να είναι «φούσκες», να έχουν δηλαδή την εξωτερική τους εικόνα κατά πολύ πιο µεγενθυµένη από την εσωτερική πραγµατική τους αξία.
 
Είναι επίσης κοινώς παραδεκτό ότι οι µη έχοντες πραγµατική εσωτερική αξία
µηχανεύονται ίντριγκες και µηχανορραφίες, εκστοµίζουν συνθήµατα και τυφλώνουν οπαδούς, χρησιµοποιούν ιδεολογήµατα και θρησκευτικότητα, πλούτο και δύναµη προκειµένου να κτίσουν µια τέλεια από επικοινωνιακής άποψης εικόνα προσθέτοντας έτσι περισσότερο «αέρα» στη φούσκα.

 Το µυστικό της υπόθεσης είναι ότι αυτός που έχει τη φούσκα πρέπει να την «πουλήσει» όταν αυτή είναι φουσκωµένη. Επιβάλλεται να κάνει βιαστικές ενέργειες όσο είναι «βραστό το σίδερο» πριν πάρει ο κόσµος πρέφα την εσωτερική του πενία. Πρέπει να µην υπάρχει καµιά καθυστέρηση διότι µε την πάροδο του χρόνου θα αποκαλύπτεται το «φούσκωµα» και κατ’ επέκταση και η απάτη. Γι αυτό δεν είναι τυχαίο το λεγόµενο στην Κύπρο από αρχαιοτάτων χρόνων ότι «ο κλέφτης και ο ψεύτης µόνο τον πρώτο χρόνο χαίρονται». Η µέχρι σήµερα ιστορική πραγµατικότητα έχει αποδείξει πάντως ότι η οποιασδήποτε µορφής φούσκα έχει πάντοτε ηµεροµηνία λήξεως.

 
Στην Κύπρο δυστυχώς, τις τελευταίες δεκαετίες οι πολίτες γίνονται µάρτυρες µιας πρωτοφανούς συστηµατικής εξαπάτησης της κοινωνίας από κάθε λογής «φούσκες» είτε αυτές προέρχονται από την πολιτική, είτε από την εκκλησιαστική και επιχειρηµατική ζωή. Όλα τα επικοινωνιακά µέτρα που έχουµε περιγράψει έχουν εφαρµοστεί µε επιτυχία σε άλλες χώρες του δυτικού κόσµου και είχαν πάντοτε επιτυχές αρχικό αποτέλεσµα. Όµως πάντοτε µετά από το υπερβολικό «φούσκωµα» επέρχεται η «έκρηξη»ή το «ξεφούσκωµα».

 Σε αντίθεση µε τις όποιες φούσκες που εξαπατούν σήµερα τους πολίτες αυτού του τόπου υπάρχουν και οι προσωπικότητες που έχουν αξία. Η ύπαρξη αυτών των προσωπικοτήτων είναι διαχρονική, χωρίς ηµεροµηνία λήξης. Μάλιστα η εξέλιξή τους είναι σταδιακή και υπάρχει συνεχώς αυξανόµενη διείσδυση και εκτίµηση από τις λαϊκές µάζες. Το µόνο που φαίνεται στην περίπτωση αυτή είναι το έργο και το προσωπικό βάρος αλλά όχι ο όγκος µιας παραφουσκωµένης προσωπικότητας.

 
Ο Κυπριακός λαός, με την πρόσφατη οικονομική κρίση θα αναγκαστεί να ξεχωρίσει τις οποιεσδήποτε φούσκες που κυκλοφορούν και τον εξαπατούν µε την κατεργασία διαφόρων επικοινωνιακών τεχνών και τεχνικών. Έχουµε τη γνώµη ότι µετά από τους συνεχείς εµπαιγµούς ο Κυπριακός λαός έχει τη φρόνηση, την εµπειρία και την πολιτική ωριµότητα να ξεχωρίσει τον όγκο από το βάρος, την αλήθεια από το ψεύδος και να αποφασίσει σχετικά.